Η Αλεξανδρούπολη γιορτάζει τη λευτεριά της

Η ήττα της Βουλγαρίας από τις συμμαχικές δυνάμεις στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) εξασφάλισε μια αλλαγή των χεριών για την πόλη. Μετά το τέλος του Α’ Παγκόσμιου πολέμου υπογράφτηκε η Συνθήκη του Νεϊγύ σύμφωνα με την οποία η Βουλγαρία ως μεγάλη ηττημένη παραιτήθηκε όλων των κυριαρχικών της δικαιωμάτων επί της μεσημβρινής δυτικής Θράκης. Το Δεδέαγατς κυβερνήθηκε προσωρινά από μια Διασυμμαχική Διοίκηση, με κυβερνητικό αντιπρόσωπο τον Χαρίσιο Βαμβακά, στενό συνεργάτη του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος κατόρθωσε να ενσωματώσει την περιοχή στον Ελληνικό διοικητικό οργανισμό πριν ακόμη επιδικαστεί στην Ελλάδα.

Στις 14η Μαΐου 1920 η 9η Μεραρχία Σερρών, με διοικητή τον Στρατηγό Επαμεινώνδα Ζυμβρακάκη κατέλαβε τις διαβάσεις προς τη Βουλγαρία και συγκεντρώθηκε στη Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή). Ακολούθησε η υποστολή της γαλλικής σημαίας και η έπαρση της ελληνικής από τον Κων/νο Μαζαράκη-Αινιάν. Ο αστυνομικός διευθυντής Κ. Δανιήλ παρέδωσε την πόλη. Με την Συνθήκη των Σεβρών εκτός των άλλων η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδωσε την κυριαρχία της Θράκης στην Ελλάδα.

Ήταν γεγονός. Ήταν η μέρα της Ελευθερίας. Η Αλεξανδρούπολη και η Θράκη, ενώθηκαν με την Ελλάδα.

Η Συνθήκη της Λωζάννης (24 Ιουλίου του 1923) επιβεβαίωσε ότι η Δυτική Θράκη και η Αλεξανδρούπολη θα συνεχίσουν να βρίσκονται υπό τον ελέγχο της Ελλάδας, υποχρεώνοντας όμως την άνευ όρων παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στους Τούρκους. Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης το 1923 και την Ανταλλαγή πληθυσμών καταφεύγουν στην περιοχή πολλοί πρόσφυγες από την Βόρεια Θράκη (Ανατολική Ρωμυλία), της Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία.

Μετά την εγκατάσταση των προσφύγων αρχίζει μία πνευματική αναγέννηση, με ηγετικές φυσιογνωμίες τον παιδαγωγό Θεώδορο Κόστανο, τον διδάσκαλο Αθανάσιο Σπανό και τον ιατροφιλόσοφο και ιστοριοδίφη Αχιλλέα Σαμοθράκη.

Φωτό: Ο σταθμός τραίνων της Αλεξανδρούπολης το 1893