Εξαιρετικά χαμηλά κυμαίνονται τα επίπεδα ραδιενέργειας (ολικής γ στον αέρα) στην Αλεξανδρούπολη σύμφωνα με τον σταθμό μέτρησης της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, στην περιοχή.
Μπήκαμε βέβαια στον πειρασμό να κάνουμε συγκρίσεις…και έτσι χρησιμοποιήσαμε την πλατφόρμα μετρήσεων της Κομισιόν που έχει στοιχεία από την Ευρώπη και την Τουρκία.
Η ημερήσια «ποσότητα» ραδιενέργειας στον αέρα της περιοχής σύμφωνα με τις μετρήσεις, είναι γύρω στα 70 nSv/ώρα.
Λίγο μεγαλύτεροι είναι οι αριθμοί στην Κομοτηνή όπου η ημερήσια δόση κυμαίνεται στα 80 nSv/ώρα ενώ αρκετά μεγαλύτερη είναι η ραδιενέργεια στον αέρα των Σερρών που κυμαίνεται στα 108 nSv/ώρα. Το χαμηλότερο νούμερο όμως το εντοπίζουμε στη Θεσσαλονίκη με μόλις 47 nSv/ώρα παρά το γεγονός ότι στα γειτονικά Σκόπια η ραδιενέργεια είναι περισσότερη. Κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα, η Γευγελή έχει μέσο ημερήσιο όρο στα 110 nSv/ώρα.
Χαμηλά είναι τα ποσοστά και στις παρέβριες περιοχές στην τουρκική πλευρά με τις μετρήσεις να δείχνουν στην Αδριανούπολη γύρω στα 80 nSv/ώρα ενώ στην Κεσάνη στα 92 nSv/ώρα.
Σαφώς χειρότερα είναι τα πράγματα στη Βουλγαρία, όπου η μέτρηση κοντά στο Σμόλιαν δείχνει 143 nSv/ώρα.
Πολύ αυξημένα είναι τα ποσοστά που δίνουν οι μετρήσεις και στην Ίμβρο με 130 nSv/ώρα ενώ στο Τσανάκαλε 110 nSv/ώρα. Τον αριθμό «ρεκόρ» στα τουρκικά παράλια όμως κατέχει το Αϊβαλί με τη μέτρηση να δείχνει 201 nSv/ώρα!!!
Για να έχετε ένα μέτρο σύγκρισης αξίζει να αναφέρουμε ότι τις ημέρες του μεγάλου δυστυχήματος στο Τσέρνομπιλ, η μέτρηση στη Θεσσαλονίκη έδειχνε από 40 που ήταν πριν, πάνω από 200 nSv/ώρα.
Όπως σημειώνουν οι ειδικοί, η έκθεση σε πολύ μεγάλες δόσεις ακτινοβολίας μπορεί να επιφέρει άμεση καταστροφή κυττάρων, οργάνων και συστημάτων και να οδηγήσει ενίοτε στο θάνατο. Δόσεις που οδηγούν σε άμεσα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν μόνο σε μεγάλα ραδιολογικά ή πυρηνικά ατυχήματα.
Για σχετικά χαμηλές δόσεις, μικρότερες από αυτές που οδηγούν σε άμεσα αποτελέσματα, υπάρχει στατιστικά η πιθανότητα μελλοντικής εμφάνισης καρκίνου, της οποίας το μέτρο είναι ανάλογο της δόσης. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι βλάβες εκείνες που προκαλούνται στο γενετικό υλικό του κυττάρου, διότι αυτές συνδέονται τόσο με τη μεταβίβαση κληρονομικών ανωμαλιών στους απογόνους όσο και με τη διαδικασία της καρκινογένεσης.
Όπως σημειώνει η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας “η αποκτηθείσα γνώση μας επιτρέπει με βεβαιότητα να συγκαταλέξουμε τις ακτινοβολίες στους 4000 και πλέον καταγεγραμμένους καρκινογόνους παράγοντες, – κατά κανόνα χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα της σύγχρονης τεχνολογίας – που υπονομεύουν καθημερινά τη ζωή μας. Στην κλίμακα επικινδυνότητας, οι ακτινοβολίες κατατάσσονται στους σχετικά ήπιους καρκινογόνους παράγοντες.”