Τι είπε για Αμερικανική βάση στην Αλεξανδρούπολη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος

Γεγονός είναι η πρώτη επίσημη παραδοχή από την ελληνική πλευρά, ότι η χώρα μας συζητά για Αμερικανική βάση στην Αλεξανδρούπολη. Μέχρι σήμερα υπήρχαν δεκάδες διαψεύσεις (και από την προηγούμενη κυβέρνηση) ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός για μόνιμη στρατιωτική βάση στην περιοχή μας, αλλά μόνο συνεργασία και χρήση του λιμανιού από αμερικανικές δυνάμεις όταν είναι απαραίτητο. Με δηλώσεις του στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ χθες, ο κυβερνητικό εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, για πρώτη φορά επισήμως, άφησε ανοιχτο το ενδεχόμενο δημιουργίας μόνιμης βάσης.

Συγκεκριμένα, ο κ. Πέτσας, ερωτώμενος από τους δημοσιογράφους Χρήστο Κούτρα και Γιάννη Ντσούνο για την πιθανότητα δημιουργίας αμερικανικής βάσης στην Αλεξανδρούπολη, όχι μόνο δεν το διέψευσε αλλά είπε “αυτό θα το δούμε στην πορεία” αφήνοντας έτσι κάθε ενδεχόμενο ανοιχτό.

Ο κ. Πέτσας ανέφερε «Αυτό θα το δούμε στην πορεία. Όπως ξέρετε, εμείς πάντα είχαμε στη δική μας ατζέντα τις καλές σχέσεις με τις Η.Π.Α.. Άλλοι ήθελαν να διαδηλώνουν σε πορείες προς την Αμερικανική Πρεσβεία και μετά να κάνουν ό,τι μπορούν για να κρύψουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Δεν θέλω να σχολιάσω κάτι παραπάνω. Το γεγονός είναι ότι οι Η.Π.Α. είναι μια φίλη και σύμμαχος χώρα και θα έχουμε πάντα μια καλή συνεργασία στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου.»

Το παρασκήνιο της συμφωνίας για τις βάσεις των ΗΠΑ στο λιμάνι Αλεξανδρούπολης

Σε περίπου δύο εβδομάδες από σήμερα θα φτάσει στην Αθήνα ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο, προκειμένου να υπογράψει με τον Έλληνα ομόλογό του Νίκο Δένδια τη συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για τη δημιουργία αμερικανικών βάσεων στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.

Όπως αποκαλύπτει η «Καθημερινή», οι διαπραγματεύσεις Ελλάδας-ΗΠΑ, που ολοκληρώθηκαν μόλις πριν λίγες μέρες, ξεκίνησαν σχεδόν αμέσως μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης. Μακριά από το φως της δημοσιότητας, το τεχνικό βάρος των διαπραγματεύσεων σήκωσαν διπλωμάτες όπως ο γ.γ. του ΥΠΕΞ Θεμιστοκλής Δεμίρης και ο πολιτικός διευθυντής Κυριάκος Λουκάκης, καθώς και το νομικό τμήμα του υπουργείου Εξωτερικών, με τη βοήθεια των επιτελών του ΓΕΕΘΑ, του υποναυάρχου Δημήτρη Καβουλάκου και του αρχιπλοιάρχου Μιχάλη Ναούμ.

 Οι δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα στα δύο υπουργεία Εξωτερικών λειτούργησαν ουκ ολίγες φορές τις τελευταίες εβδομάδες, όπως έγινε και την προηγούμενη εβδομάδα, όταν και παρουσιάστηκε εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις. Συγκεκριμένα, την περασμένη Παρασκευή (20/9) ο κ. Δένδιας συγκάλεσε σύσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών στην αίθουσα διαχείρισης κρίσεων, όπου διαμορφώθηκε ύστερα από δύο ώρες η τελική ελληνική πρόταση, ενώ μίλησε τηλεφωνικά και με τον Αμερικανό πρέσβη Τζέφρεϊ Πάιατ, ο οποίος λίγες μέρες νωρίτερα είχε βρεθεί στην Αλεξανδρούπολη, μεταφέροντας με σαφήνεια τις ελληνικές θέσεις.

Το απόγευμα της Παρασκευής ακολούθησε τηλεδιάσκεψη με την αμερικανική πλευρά, με την οποία κατέληξαν σε μια μικρή λίστα τριών εναλλακτικών επί των τελευταίων εκκρεμοτήτων για την ολοκλήρωση της νέας συμφωνίας. Από αυτές, η Αθήνα έκανε την επιλογή της, την οποία και ανακοίνωσε στην αμερικανική πλευρά. Εν συνεχεία, ο κ. Δένδιας ενημέρωσε τηλεφωνικά τον πρωθυπουργό. Την επομένη, το Σάββατο 21/9, λίγο πριν από τη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, ο υπουργός Εξωτερικών ενημέρωσε τον κ. Μητσοτάκη και εκ του σύνεγγυς. Ο πρωθυπουργός έδωσε τις τελευταίες κατευθύνσεις και ενέκρινε το τελικό κείμενο. Αργότερα μέσα στην ημέρα, ο κ. Δένδιας ενημέρωσε και τον κ. Πάιατ, με αποτέλεσμα να φύγει για τη Νέα Υόρκη με μία ημέρα καθυστέρηση.

Τι περιλαμβάνει η συμφωνία

Στη νέα συμφωνία οριοθετείται το πλαίσιο της αμερικανικής λειτουργίας στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, στο οποίο, για ευνόητους γεωπολιτικούς λόγους, ο κ. Δένδιας έριξε ιδιαίτερο βάρος, όπως και για την ευρύτερη γεωγραφική διασπορά. Διευκρινίζονται, επίσης, θέματα που αφορούν τους όρους λειτουργίας του προβλήτα στο Μαράθι της Σούδας. Επίσης, εξασφαλίζεται και η δημιουργία εγκαταστάσεων υψηλής τεχνολογίας επί ελληνικού εδάφους και εντός ελληνικών βάσεων και στρατοπέδων στην Κεντρική Ελλάδα.    Η ολοκλήρωση της νέας συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα αποτελεί καρπό στενής συνεργασίας του Μεγάρου Μαξίμου με το υπουργείο Εξωτερικών, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να είναι διαρκώς ενήμερος για τις διαπραγματεύσεις. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν επίσης ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, η διπλωματική σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Αλέξανδρος Διακόπουλος. Από πλευράς του υπουργείου Εξωτερικών, η στόχευση ήταν εξαρχής γεωπολιτική και σαφώς ευρύτερη από μια απλή συμφωνία στρατιωτικού περιεχομένου.