Προεκλογική σφήνα του Κόμματος Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας στη Θράκη

Καταγγέλλει την Ελλάδα στον ΟΗΕ για καταπίεση της μειονότητας

Σε καταγγελία στον ΟΗΕ εις βάρος της Ελλάδας προχώρησε το Κόμμα Ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας στη Δυτική Θράκη που υπογράφει την επιστολή η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες το βράδυ από το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu. Στο κείμενο παρατίθενται «τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εθνικές μειονότητες στην Ελλάδα» και ειδικότερα «τα προβλήματα της τουρκικής μειονότητας».

Η κίνηση αυτή, την ώρα που έχει ανοίξει η προεκλογική περίοδος στην Ελλάδα όπως και στην Τουρκία και μάλιστα οι κάλπες μπορεί να συμπέσουν, φορτίζει επιπλέον την ήδη τεταμένη κατάσταση στα ελληνοτουρκικά. Δεν αποκλείεται, δε, να ανοίξει νέος γύρος έντασης, εάν το «τουρκικό κόμμα της Θράκης» μπει στην προεκλογική κούρσα με σημαία τις καταγγελίες περί καταπίεσης της μειονότητας, κάτι που θα συμπαρασύρει την τουρκική πολιτική σκηνή σε πλειοδοσία ανθελληνικών δηλώσεων.

Στην επιστολή προς τον ΟΗΕ ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην πρόεδρο του ΚΙΕΦ, Τσιντέμ Ασάφογλου. Καταγγέλλεται ότι η 35χρονη πρόεδρος «είχε γίνει στόχος επιθέσεων των κεντρικών ελληνικών ΜΜΕ όταν δήλωσε την τουρκική της ταυτότητα σε τηλεοπτική συνέντευξη που έδωσε μετά τη νίκη της στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2019». Η Τσ. Ασάφογλου είχε πάρει όντως τις περισσότερες ψήφους στις ευρωεκλογές του 2019 στην Ξάνθη. Δεν νίκησε και δεν εξελέγη καθώς στις ευρωεκλογές ως εκλογική περιφέρεια λογίζεται όλη η επικράτεια.

Για την εκπαίδευση, γίνεται λόγος για «παρεμβάσεις στο αυτόνομο εκπαιδευτικό σύστημα της μειονότητας μέσω του διορισμού καθηγητών και του προγράμματος σπουδών». Περισσότερα από 100 μειονοτικά Δημοτικά Σχολεία έκλεισαν τα τελευταία 20 χρόνια, ενώ σημειώνεται ότι δεν επιτρέπεται η ίδρυση δίγλωσσων νηπιαγωγείων. Τονίζεται επίσης ότι η «τουρκική μειονότητα» της Δυτικής Θράκης είχε το δικαίωμα να εκλέγει τους δικούς της θρησκευτικούς ηγέτες, αλλά η Ελλάδα, κατά παράβαση των διεθνών και διμερών συμφωνιών, στέρησε από τη μειονότητα το δικαίωμα αυτό με τον νόμο 1920/1991. Εκτοτε, υπάρχει μια διττή συνθήκη, αναφέρει η επιστολή, των μουφτήδων που διορίζονται από το κράτος στη Δυτική Θράκη και των μουφτήδων που εκλέγονται από την «τουρκική μειονότητα». Οι εκλεγμένοι μουφτήδες, συνεχίζει η επιστολή, «αποκαλούνται συχνά ψευδομουφτήδες, ταπεινώνονται και υβρίζονται από τα τοπικά ΜΜΕ και τις αρχές της Δυτικής Θράκης».

Στην επιστολή υπογραμμίζεται επίσης ότι η «τουρκική μειονότητα» δεν δύναται να διαχειρίζεται ελεύθερα τα ακίνητα των ιδρυμάτων της, λόγω του ότι ελέγχονται από διορισμένα από το κράτος διοικητικά συμβούλια ήδη από την περίοδο της χούντας του 1967. Υπογραμμίζεται επίσης ότι έκλεισαν σύλλογοι επειδή είχαν τη λέξη «Τούρκος» στην ονομασία τους.

Την επιστολή δηλώνουν ότι προσυπογράφουν «η Εκλεγμένη Μουφτεία Κομοτηνής, η Εκλεγμένη Μουφτεία Ξάνθης, η Ενωση Τούρκων Νέων Κομοτηνής, ο Σύλλογος Ανώτατης Εκπαίδευσης Μειονοτήτων Δυτικής Θράκης, η Τουρκική Ενωση Ξάνθης, η Ενωση Τούρκων Δασκάλων Δυτικής Θράκης, ο Σύλλογος Θρησκευτικών Ιδρυμάτων Δυτικής Θράκης, ο Σύλλογος Αποφοίτων και Μελών Λυκείου Ιμάμ Χατίπ Δυτικής Θράκης, η Εταιρεία Πολιτισμού και Εκπαίδευσης της Μειονότητας Δυτικής Θράκης, η Ενωση Συμβούλων Μειονοτικών Σχολείων Δυτικής Θράκης, ο Σύλλογος Νέων της Μειονότητας Εβρου και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Τουρκικών Γυναικών Επαρχίας Ροδόπης».

Πηγή