Ορέστης Χατζόπουλος: Η Αλεξανδρούπολη με το Βλέμμα στο Μέλλον

Σκέψεις και προτάσεις για το αστικό πράσινο
Του Χατζόπουλου Ορέστη, υποψήφιου Δημ. Συμβούλου με την παράταξη «Δήμος για Όλους – Πρώτα ΕΣΥ!»

Για πολλές δεκαετίες τώρα, η αστικοποίηση αποτελεί κυρίαρχη τάση στην Ελλάδα, καθώς πολλοί άνθρωποι επιλέγουν τις πόλεις λόγω των κινήτρων που προσφέρουν για εργασία, σύνθετες υπηρεσίες, ψυχαγωγία, με απλά λόγια για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Εντούτοις, ο τρόπος με τον οποίο αυτές αναπτύσσονται συχνά οδηγεί σε υποβάθμιση πολλών παραμέτρων που συνθέτουν την έννοια της ποιότητας ζωής.
Μία τέτοια παράμετρος αποτελεί η διαθεσιμότητα πρασίνου. Δυστυχώς, οι πολιτικές του παρελθόντος καθώς και ο ανεπαρκής (ως προς τον τομέα αυτό) αστικός σχεδιασμός εκ μέρους των Δήμων (με ελάχιστες εξαιρέσεις) ενέτειναν το πρόβλημα, συντελώντας στην δημιουργία πυκνοδομημένων αστικών ζωνών χωρίς ίχνος ελεύθερων χώρων πρασίνου.
Η Αλεξανδρούπολη αποτελεί μια τέτοια περίπτωση: βρίσκεται ανάμεσα στις πόλεις με την χαμηλότερη ποσοστιαία αναλογία σε χώρους πρασίνου (κάτω του 8%) καθώς και σε τ.μ. πρασίνου ανά κάτοικο, χαμηλότερα ακόμη και από την Αθήνα!

Πράσινο και Ποιότητα Ζωής
Γιατί, όμως, το «πρασίνισμα» της πόλης να αποτελεί προτεραιότητα? Την απάντηση δίνουν διάφορα ερευνητικά κέντρα (όπως το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών) και ακαδημαϊκοί που επισημαίνουν την θετική συμβολή του αστικού και περιαστικού πρασίνου στην βελτίωση δεικτών που σχετίζονται με την ποιότητα ζωής των κατοίκων μας πόλης[1]. Η ρύθμιση του μικροκλίματος και η ανακούφιση των πολιτών από ακραίες θερμοκρασίες ειδικότερα σε συνθήκες καύσωνα, το «φιλτράρισμα» του αέρα (απορρόφηση των βλαβερών για την δημόσια υγεία σωματιδίων), η μείωση του θορύβου και η μείωση του κινδύνου των πλημμυρών αποτελούν μερικά μόνο παραδείγματα.
Τα οφέλη αυτά δρουν πολλαπλασιαστικά επηρεάζοντας θετικά την τοπική οικονομία, μέσω λ.χ. της μείωσης του κόστους διαβίωσης (εξοικονόμηση ενέργειας για την ψύξη κτιρίων τους θερινούς μήνες), της δημιουργίας ευκαιριών απασχόλησης (ανάπτυξη επιχειρήσεων όπως φυτώρια, τεχνικές εταιρίες εγκατάστασης και συντήρησης πρασίνου), της αύξησης της αξίας των ακινήτων κλπ. Ο τουρισμός μπορεί να επωφεληθεί επίσης, καθώς μια «πράσινη» αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος συμβάλλει αποδεδειγμένα στην βελτίωση της ελκυστικότητας και της επισκεψιμότητας μιας περιοχής.
Πέρα των ανωτέρω, η σημασία του πρασίνου έγκειται επίσης στην ευεργετική του επίδραση στη δημόσια υγεία. Σχετικές έρευνες[2] δείχνουν ότι οι χώροι με πράσινο βελτιώνουν όχι μόνο τη σωματική, αλλά και τη ψυχική υγεία και ευημερία των κατοίκων της πόλης. Σε αντίθεση με το «γκρίζο», μουντό και ψυχρό προσωπείο των δομημένων χώρων, η δημιουργία μικρών ή μεγάλων θυλάκων πρασίνου αποτελούν τόπους ηρεμίας και χαλάρωσης, ψυχαγωγίας, άθλησης και κοινωνικής συναναστροφής, προσφέροντας με άλλα λόγια, μία σύντομη απόδραση από την πίεση της καθημερινότητας.
Συνεπώς, όλοι οι παραπάνω λόγοι οδηγούν σε ένα συμπέρασμα: «πράσινο… περισσότερο πράσινο!», για να παραφράσουμε λίγο την γνωστή ρήση του Goethe. Η αντίληψη αυτή επικρατεί σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις οι οποίες πρωτοπορούν στην βελτίωση του αστικού ιστού μέσα από δράσεις αναβάθμισης του αστικού πρασίνου.

Ο Ρόλος του Δήμου: Πράσινος Σχεδιασμός, Πράσινες Δράσεις
Η Αλεξανδρούπολη σήμερα μεγαλώνει πληθυσμιακά, ενώ τα όριά της διευρύνονται. Την ίδια στιγμή οι χώροι πρασίνου είναι ανεπαρκείς (μάλιστα πολλοί από αυτούς απειλούνται – βλ. περίπτωση του μικρού άλσους στον Περιφερειακό[3]), αδυνατώντας να καλύψουν τις ανάγκες των πολιτών. Ως εκ τούτου, η προώθηση πράσινων ενεργειών καθίσταται επιτακτική. Στο πλαίσιο αυτό, προκρίνουμε μία ολοκληρωμένη «Στρατηγική για το Πράσινο», βάσει σχετικών μελετών, η οποία θα έχει ως άξονες αφενός την εξεύρεση και κατοχύρωση χώρων για την δημιουργία αστικών και περιαστικών πάρκων στο μέλλον (για τις περιοχές πέριξ του κέντρου) στο μέγεθος του Πάρκου Αλτιναλμάζη (αλλά σαφώς με μεγαλύτερη κάλυψη από δέντρα, βραχόκηπους κλπ), αφετέρου στην δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου πρασίνου εντός της πόλης, το οποίο θα περιλαμβάνει:
 Διατήρηση και ανάδειξη υφιστάμενων διαδρόμων βλάστησης υψηλής αισθητικής και οικολογικής αξίας (όπως η περιοχή πίσω από την Εφορία, κατά μήκος του ρέματος, το αλσύλλιο στον Περιφερειακό, μεταξύ άλλων).
 Η δημιουργία μικρών ζωνών πρασίνου και εμπλουτισμός των υφιστάμενων.
 Επέκταση/αναβάθμιση του πράσινου σε πλατείες, υφιστάμενα πάρκα και άλλους χώρους (φύτευση νέων δέντρων, τοποθέτηση παρτεριών, βραχόκηποι κλπ).
Να σημειωθεί εδώ πως οι παρεμβάσεις στο αστικό πράσινο και τα φυτικά ή φυσικά υλικά χρησιμοποιηθούν (πέτρα, ξύλο) θα πρέπει να συνάδουν με την τοπική, ενδημική χλωρίδα και την τοπική αρχιτεκτονική, καθότι αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια της τοπικής μας ταυτότητας. Αυτό υποδηλώνει την εμπλοκή εξειδικευμένου προσωπικού (αρχιτέκτονες τοπίου κ.λπ.) προκειμένου το αποτέλεσμα να είναι το επιθυμητό. Δεν αρκεί, επομένως, απλώς η δημιουργία πάρκων ή άλλων χώρων πρασίνου, αυτά θα πρέπει να έχουν μια εικόνα πιο ελκυστική και πιο χρηστική για τους πολίτες, ώστε αυτοί να παροτρύνονται να το επισκεφτούν. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην πόλη μας. Αρκεί να συγκρίνει κανείς το δικό μας Πάρκο Αλτιναλμάζη με αντίστοιχα πάρκα σε άλλες πόλεις, όπως το Πάρκο ΧΑΝΘ στην Θεσσαλονίκη (βλ. φωτογραφία παρακάτω).

Επιπλέον, οι χώροι πρασίνου θα πρέπει να διασπείρονται στον οικιστικό ιστό κατά τόπο ώστε να είναι προσιτοί για όλους τους δημότες. Εδώ, ένα πρόσθετο πεδίο δράσης αφορά στην αξιοποίηση αχρησιμοποίητων αδόμητων χώρων (κοινόχρηστων ή ιδιωτικών) και την μετατροπή τους, μέσα από ενέργειες μικρής κλίμακας, σε «πάρκα τσέπης», δηλαδή ελεύθερους, καλλωπισμένους, χώρους, όπου εκεί μπορούν να αναπτυχθούν πολλαπλές λειτουργίες συνδεδεμένες με την έννοια του πάρκου (ξεκούραση, διασκέδαση, παιχνίδι, πολιτιστικές δραστηριότητες). Με τον τρόπο αυτό, η άσχημη εικόνα ενός χώρου, γεμάτου μπάζα και σκουπίδια, αφήνει τη θέση του σε ένα μέρος ευχάριστο, ζωντανό και χρηστικό, αποτελώντας ένα τοπικό σημείο αναφοράς για τους κατοίκους της γειτονιάς και όχι μόνο.

Στην πόλη μας, ο αριθμός τέτοιων χώρων είναι μεγάλος: εγκαταλελειμμένα οικόπεδα, ακάλυπτοι χώροι και «αλάνες» μπορούν να αποτελέσουν εν δυνάμει «πάρκα», υπό τους περιορισμούς της διαθεσιμότητας και της ύπαρξης σαφών ορίων ιδιοκτησίας. Καθοριστικό στοιχείο αποτελεί η εμπλοκή της γειτονιάς, τόσο στον εντοπισμό των χώρων αυτών όσο και στον σχεδιασμό (ανάλογα με τις ανάγκες της), στη διαχείριση και την προστασία τους.

Με ποιον τρόπο, όμως, μπορεί να εμπλακεί ο Δήμος? Ο Δήμος (ή η Κοινότητα) οφείλει καταρχήν να ενθαρρύνει τον σχηματισμό τέτοιων Ομάδων Γειτονιάς. Στην συνέχεια, οφείλει να στηρίζει στην πράξη την υλοποίηση κάθε πρότασης (προσφορά σε υλικοτεχνικά μέσα), χωρίς να έχει κάποια σημαντική οικονομική επιβάρυνση. Η πρακτική αυτή είναι πολύ δημοφιλής σε αρκετές ευρωπαϊκές πόλεις ενώ παραδείγματα μπορεί κανείς να συναντήσει και στην Ελλάδα (όπως το πιλοτικό πρόγραμμα «ΠΟΛΗ2» του Δήμου Αθηναίων, που χρηματοδοτεί προτάσεις για ήπιες παρεμβάσεις σε γειτονιές της πρωτεύουσας).

Ό ρόλος του Δήμου μπορεί να επεκταθεί σε άλλα πεδία, όπως στην αλλαγή των όψεων πολυκατοικιών, μέσω κινήτρων προς τους ιδιώτες (επιδότηση κόστους, ετήσιοι διαγωνισμοί με ειδικά βραβεία), προκειμένου να προβούν σε ενέργειες ενσωμάτωσης πρασίνου στα κτίριά τους (κάθετοι κήποι, πράσινες ταράτσες). Φανταστείτε την πόλη από ψηλά να είναι γεμάτη από τέτοιες εικόνες:

Η πραγματοποίηση των παραπάνω προτάσεων απαιτεί την ικανοποίηση κάποιων προϋποθέσεων. Καταρχήν, απαιτείται μία ισχυρή πολιτική αφοσίωση στο όραμα για μια πόλη πιο πράσινη, ώστε να ξεπερνά τα εμπόδια διαδικαστικής ή (σε κάποιες περιπτώσεις) θεσμικής φύσεως που εμφανίζονται κάθε φορά. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της χρηματοδότησης, η αξιοποίηση κοινοτικών και εθνικών κονδυλίων καθώς επίσης και η εξεύρεση λοιπών πηγών χρηματοδότησης, όπως ιδιωτικές επιχορηγήσεις είτε έσοδα από δραστηριότητες (π.χ. συναυλίες, φεστιβάλ, εκθέσεις, εκδηλώσεις κ.λπ.), μπορούν να υποστηρίξουν την οικονομική αυτάρκεια του όλου εγχειρήματος.

Κυρίως όμως, θεωρούμε ότι χρειάζεται μια αλλαγή νοοτροπίας αναφορικά με τον ρόλο του πρασίνου στη ζωή μας καθώς και του τρόπου με τον οποίο θα το επανεισάγουμε στην πόλη μας. «Αναπλάσεις» που γίνονται (ή δρομολογούνται) κατά καιρούς, όπου το σύνολο σχεδόν της έκτασης καλύπτεται με τσιμέντο ή πλακάκια, βασίζονται σε μια αναχρονιστική λογική που δεν συμβαδίζει με το πνεύμα μιας σύγχρονης, φιλικής προς τον δημότη, πόλης.

Η αλλαγή αυτή συνεπάγεται έναν αυξημένο βαθμό αποδοχής και εμπλοκής οργανωμένων μονάδων της τοπικής κοινωνίας. Ο Δήμος δεν θα πρέπει να είναι αποκομμένος από την κοινωνία, όπως και η κοινωνία δεν θα πρέπει να αποτελεί παθητικό δέκτη πολιτικών, αλλά ένα ζωτικό κύτταρο της πόλης, ένα φορέα κοινωνικής αλλαγής, μέσα από τον συμμετοχικό σχεδιασμό και την ενεργό δράση. Ήδη και στην πόλη μας έχουμε κάποια παραδείγματα ενεργής συμμετοχής των πολιτών, όπως η Ομάδα «Πάρκο να Γίνει», η οποία αγωνίζεται για την ανάδειξη και προστασία των πράσινων χώρων της πόλης μας. Τέτοια παραδείγματα πρέπει να αναδεικνύονται και να πολλαπλασιάζονται και ο Δήμος οφείλει να τα ενισχύσει αυτά στην πράξη.    

Αλεξανδρούπολη, 02/04/2019

[1] Βλ. δημοσίευση του ΕΘΙΑΓΕ www.nagref.gr/journals/dimitra/images/7/dmtr7p23-25.pdf,

όπως επίσης και σχετικό άρθρο στο site: www.citybranding.gr/2013/04/blog-post_8.html.

[2] Ενδεικτικά, αναφερόμαστε σε έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Παν/μίου του Exeter, τα συμπεράσματα της οποίας μπορεί να τα δει κανείς στα παρακάτω links:

www.exeter.ac.uk/news/featurednews/title_349054_en.html, και

www.exeter.ac.uk/news/research/title_281065_en.html.

[3] Αναφερόμαστε στην απόφαση αποχαρακτηρισμού του εν λόγω άλσους από την δευτεροβάθμια επιτροπή (ΤΕΕΑ), κάτι που σημαίνει την άρση του καθεστώτος προστασίας του, ένα θέμα που ανέδειξε η Ομάδα Πολιτών «Πάρκο να Γίνει».